Οι «τρεις μέρες του κόνδορα» είναι μια συναρπαστική ταινία παραγωγής 1975, σε σκηνοθεσία του Σίντνεϊ Πόλακ. Η ταινία είναι βασισμένη στο εξαιρετικό μυθιστόρημα του Τζέιμς Γκρέιντι. Πρωταγωνιστούν ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ και η Φέι Νταναγουέι. Η ιστορία έχει ως εξής: Ο Τζόσεφ Τέρνερ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ) είναι μυστικός ερευνητής της CIA. Ειδικότητά του να διαβάζει βιβλία και να σημειώνει ύποπτες λέξεις – φράσεις – προτάσεις, οι οποίες αναφέρονται στην Ε.Σ.Σ.Δ., στην Κίνα, γενικά στον Κομμουνισμό. Αυτό γίνεται, για να εντοπίζεται η κόκκινη προπαγάνδα και να εξουδετερώνεται εγκαίρως. Εργάζεται σε έναν χώρο με την ονομασία – βιτρίνα «Αμερικανική Λογοτεχνική Ιστορική Κοινωνία». Ενώ, λοιπόν, ένα πρωί έχει βγει για να αγοράσει κολατσιό για όλους τους άλλους συνεργάτες του, όταν επιστρέφει τους βρίσκει όλους δολοφονημένους. Έκτοτε, αρχίζει έναν αγώνα δρόμου, στον οποίο προσπαθεί καταρχάς να κρατηθεί ζωντανός. Όμως, ο πυρήνας των όσων ανακαλύπτει πλέον είναι ότι δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανέναν, διότι όλοι παίζουν το παιχνίδι της εξαπάτησης. Όσοι του παρουσιάζονται σαν φίλοι είναι εχθροί.
Ας επιστρέψουμε τώρα στην πραγματική ζωή. Ο ελληνικός λαός που από την πρώτη στιγμή αντιτάχθηκε στα Μνημόνια, αγκαλιάστηκε με περίτεχνο, είναι η αλήθεια, τρόπο από δυνάμεις της Αριστεράς και της Άκρας Αριστεράς. Το κίνημα των Αγανακτισμένων γιγαντώθηκε, λόγω της υποστήριξής του – πολιτικής και υλικής – από αριστερά γκρουπούσκουλα και συνιστώσες. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στην «κάτω πλατεία», δηλαδή στο χώρο της πλατείας Συντάγματος που γίνονταν ομιλίες, είχαν ξεδιπλώσει την αγαθοποιό δράση τους οι: Γιάνης Βαρουφάκης, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Γιώργος Κατρούγκαλος, Παναγιώτης Λαφαζάνης και λοιποί. Ξιφουλκούσαν κατά του Μνημονίου, κατά της επιτροπείας, κατά της λιτότητας και κατά του περιορισμού της ελευθερίας των πολιτών. Συγχρόνως, φορτηγά συγκεκριμένης κομματικής ιδιοκτησίας ξεφόρτωναν καρέκλες, πανό, αφίσες, ενίοτε και σάντουιτς…
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κατάφερε και χειραγώγησε την λαϊκή οργή, την κατηύθυνε και εν τέλει την χρησιμοποίησε για να προκαλέσει εκλογές και να τις κερδίσει τον Ιανουάριο του 2015. Υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες και οδήγησε τη χώρα σε ένα εξ αντικειμένου προδοτικό δημοψήφισμα. Εξακολούθησε να κάνει λεονταρισμούς την ώρα που περιόριζε παρανόμως την ατομική μας ελευθερία, κλείνοντας τις Τράπεζες. Κέρδισε και στο δημοψήφισμα. Ο πολιτικός λόγος του κυρίου Τσίπρα βλέπετε ήταν πολύ πειστικός. Παρά την εντολή που έλαβε από τον λαό ο κύριος Πρωθυπουργός την πούλησε μετά από 17 ώρες φέρνοντας στην Ελλάδα το Τρίτο και χειρότερο Μνημόνιο.
Τον Σεπτέμβριο του 2015, με πρόσχημα την ανάγκη για νωπή λαϊκή εντολή, έσυρε τη χώρα σε εκλογές, μόνο και μόνο για να απογαλακτισθεί από τους σκληρούς αντιμνημονιακούς συντρόφους του, οι οποίοι ωστόσο είχαν ήδη στηρίξει την κυβέρνηση παρά το Τρίτο Μνημόνιο. Ο λόγος του τότε είχε πολύ από «παράλληλο πρόγραμμα» και αρκετά από πόλεμο κατά της διαπλοκής. Ο λαός τον πίστεψε ξανά. Επένδυσε το τελευταίο ίχνος της απελπισίας του στον περιφερόμενο πλασιέ ελπίδας. Και, ώ του θαύματος, διαψεύσθηκε. Εξαπατήθηκε.
Από τον Οκτώβριο του 2015 η κυβέρνηση πασχίζει να κλείσει την πρώτη αξιολόγηση του Τρίτου Μνημονίου (Πρώτου Αριστερού) και αφαίμαξε τα αποθεματικά Ταμείων, Οργανισμών και λοιπών φορέων του Δημοσίου. Υποβάθμισε την αξία της Ελλάδας, έκανε ανεπανόρθωτα και εγκληματικά γεωπολιτικά λάθη, άφησε αφύλακτα τα σύνορα, έφερε το ΝΑΤΟ και την Τουρκία στο Αιγαίο, επέτρεψε υπερπτήσεις ακόμη και ελικοπτέρων των Σκοπίων πάνω από ελληνικό έδαφος. Και τόσα άλλα.
Έφτασε υπό συνθήκες ασφυξίας να διαπραγματευθεί το κλείσιμο της αξιολόγησης. Έφερε στη Βουλή, και το ψήφισαν όλοι οι Βουλευτές της πλειοψηφίας, ένα Ασφαλιστικό που καρατομεί τους ελεύθερους επαγγελματίες και τιμωρεί όποιον εργάζεται. Πήγε στο Eurogroup και γύρισε με – αυτόματο και ανεξάρτητο από την βούληση της κυβέρνησης – μηχανισμό διόρθωσης, δεσμεύοντας έτσι σε ένα Αιώνιο Μνημόνιο την Ελλάδα. Και την επόμενη ημέρα θριαμβολογούσε για τη λύση(;;;) στο Χρέος. Πολιτικός που ψεύδεται εν γνώσει του στον λαό είναι ψεύτης. Πολιτικός που πιστεύει και ο ίδιος τα ψεύδη του γίνεται επικίνδυνος.
Σε όλη αυτήν την «περήφανη» διαδρομή ο λαός πήγαινε από εξαπάτηση σε εξαπάτηση. Ό,τι του παρουσιαζόταν ως νησίδα ασφαλείας από την κυβέρνηση, αποδεικνυόταν εκ των υστέρων παγίδα ακριβείας. Ο λαός στην αρχή μούδιασε. Κατόπιν, εξουθενώθηκε. Τώρα πια έχει αδρανοποιηθεί. Πιστεύει ότι όλα τελείωσαν γι’ αυτό δείχνει να μην αντιδρά. Δεν βλέπει ανάπτυξη, δεν βλέπει άνοιγμα των Τραπεζών, δεν βλέπει μείωση της φορολογίας, δεν μπορεί να πάρει ανάσα ελευθερίας.
Σαν τον πρωταγωνιστή της ταινίας ο λαός έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου. Αλλά στο τέλος θα μείνει όρθιος. Η ταινία διδάσκει ότι προϋπόθεση για να μείνει ζωντανός ο ήρωας είναι να αντιληφθεί το ψεύδος από την αλήθεια, για να ξεχωρίσει την εξαπάτηση από την πραγματικότητα. Είμαι βέβαιος, ότι ο λαός μας αυτό θα κάνει. Κι αυτός είναι ο λόγος που η επικίνδυνη παρέα που κυβερνά δεν πάει σε εκλογές. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες τους πήραν χαμπάρι.