Η συζήτηση για την ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο μεταξύ των θεσμών. Η βασική επιδίωξη είναι διπλή και εν μέρει… οξύμωρη.

Οι θεσμοί θέλουν από τη μία πλευρά να πετύχουν την «καθαρότερη δυνατή» πρόσβαση της χώρας στις αγορές, στη διατήρηση δηλαδή χαμηλών επιτοκίων και καλών προσδοκιών κέρδους από τους επενδυτές

Από την άλλη γνωρίζουν ότι μεταρρυθμίσεις όπως οι αποκρατικοποιήσεις, η απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων και η ενίσχυση του επενδυτικού πλαισίου δεν αποτελούν -διαχρονικά-βασικά προτερήματα της ελληνικής νοοτροπίας στη διακυβέρνηση της χώρας. Κατά συνέπεια, αναζητείται ο ηπιότερος αποτελεσματικός τρόπος ώστε να επιτευχθούν και οι δύο στόχοι.

Μία ιδέα που έχει προκριθεί στις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη είναι να σπάσει η τελευταία δόση (που θα συνδέεται με την τέταρτη αξιολόγηση) σε υποδόσεις που θα συνδέονται με εκπλήρωση προαπαιτουμένων. Αν σκεφθεί κανείς ότι η δόση αυτή δεν αφορά αποπληρωμή υποχρεώσεων της χώρας, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι ιδιαίτερα πιεστικό για την ελληνική πλευρά. Δεν παύει ωστόσο να συνδέει τις εκταμιεύσεις με εγκρίσεις από τους θεσμούς και το Eurogroup, γεγονός που αδυνατίζει επικοινωνιακά το σενάριο της «καθαρής εξόδου».