Μέχρι και 1 δισ. Ευρώ τα κέρδη των ελληνικών τραπεζών από την απόφαση της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας  να συμπεριλάβει την αγορά ομολόγων έκδοσης EFSF μέχρι το 30% κάθε έκδοσης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Αυτό σημαίνει για μία έμμεση κεφαλαιακή ενίσχυση προς τις ίδιες και δυνατότητα μείωσης του ισολογισμού τους και ανοίγει νέο παράθυρο ελπίδας για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας μας.

Η αλλαγή της σύμβασης υπογράφηκε την Πέμπτη 14/04 ενώ διενεργήθηκε μέσα στην ίδια ημέρα και η πρώτη δημοπρασία τίτλων στην οποία συμμετείχαν οι εγχώριες τράπεζες. Η είδηση όπως είναι αναμενόμενο επηρεάζει  θετικά το Χρηματιστήριο με τις τραπεζικές μετοχές να καταγράφουν μεγάλη άνοδο.

Σύμφωνα με πληροφορίες  η αξία αυτών των ομολόγων φθάνει τα 37 δισ ευρώ. Είναι ομόλογα που  εκδόθηκαν στο πλαίσιο της πρώτης ανακεφαλαιοποίησης (η κρατική συμμετοχή είχε καλυφθεί με ομόλογα EFSF) αλλά και ομόλογα που δόθηκαν αργότερα σε τράπεζες που απορρόφησαν προβληματικές τράπεζες. Με ομόλογα EFSF είχε καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό μεταξύ των «καλών» τραπεζών που απορροφήθηκαν από τις συστημικές και των «κακών» τμημάτων τους που τέθηκαν σε καθεστώς εκκαθάρισης. Από την απόφαση της ΕΚΤ εξαιρούνται τα ομόλογα έκδοσης ESM ύψους περίπου 5,4 δισ. ευρώ που δόθηκαν για την κάλυψη των αναγκών της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης.

Το κέρδος είναι διπλό. Αρχικά θα λογιστικοποιήσουν άμεσα ένα σημαντικό κέρδος από την πώληση του 25% των ομολόγων καθώς οι τρέχουσες τιμές είναι καλύτερες από τις ονομαστικές. Επιπλέον θα μπορέσουν να αποτιμήσουν στα βιβλία τους το υπόλοιπο 75% των ομολόγων που δεν θα πωληθούν στην τιμή με την οποία έγινε η συναλλαγή λογιστικοποιώντας περισσότερα κέρδη. Κάτι που κατ” επέκταση θα ενισχύσει και την κεφαλαιακή τους βάση.

Σημειώνεται ότι οι οκτώ σειρές έκδοσης ομολόγων EFSF διαπραγματεύονται σήμερα σε τιμές υψηλότερες της ονομαστικής αξίας (σ.σ. από 101 ως 103), ενώ οι εγχώριες τράπεζες τα απέκτησαν λίγο πάνω από το 100%. Οι πραγματικές τιμές, βέβαια, θα προκύπτουν από τις δημοπρασίες, από την πορεία των οποίων θα κριθεί και το αν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ενεργή αγορά.