Βίκυ Καρυστινού

«Το πρόσωπο της διεθνής τρομοκρατίας αλλάζει. Μπορεί οι στόχοι και τα κίνητρά της να παραμένουν ίδια, πλέον όμως χρησιμοποιεί νέα και ασυνήθιστα όπλα. Οι υπάρχοντες αμυντικοί μηχανισμοί δεν είναι έτοιμοι για αυτή τη νέα απειλή. Είμαστε ανίσχυροι ενάντια σε αυτό το καταστροφικό, πρωτόγνωρο όπλο. Γιατί αυτή την φορά ο εχθρός δεν θα μας επιτεθεί με φορτία εκρηκτικών, ούτε με δοχεία γεμάτα θανατηφόρα χημικά, ούτε με δυναμίτες ζωσμένους γύρω από τα σώματα φανατικών. Αυτή τη φορά ο εχθρός θα μας επιτεθεί με μηδενικά και άσσους σε έναν χώρο που είμαστε πιο τρωτοί: στο σημείο που ο φυσικός κόσμος συνδέεται με τον εικονικό. Η σύγχρονη τρομοκρατία πέρασε σε μια νέα εποχή. Μια εποχή που ο κυβερνοτρομοκράτης δρα ανενόχλητος και αόρατος από το σαλόνι του σπιτιού του και προκαλεί χάος και καταστροφή στην άλλη άκρη της γης. Είμαστε έτοιμοι για αυτό;»

Τάδε έφη ο Μπάρυ Κόλλιν, ανώτερο στέλεχος του Ινστιτούτου Ασφάλειας και Πληροφοριών των Η.Π.Α, σε δημοσίευσή του για το Διεθνές Συμπόσιο Ποινικής Δικαιοσύνης το 1997. Ο όρος «Κυβερνοτρομοκρατία» είναι δική του σύλληψη και αναφέρεται στην συνάντηση του κυβερνοχώρου με την τρομοκρατία. Η λέξη και η ιδέα πίσω από αυτήν γοήτευσε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και έξαψε την φαντασία του κοινού, αφού περιλαμβάνει και συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες φοβίες της εποχής μας: τον φόβο μιας ξαφνικής, καταστροφικής, τρομοκρατικής επίθεσης και τον φόβο της απρόβλεπτης και πολύπλοκης ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Αρκεί να σημειωθεί ότι σε έρευνα του 2003 σε 725 πόλεις της Αμερικής αποδείχτηκε ότι η κυβερνοτρομοκρατία βρίσκεται μαζί με τα βιοχημικά και πυρηνικά όπλα στην κορυφή της λίστας των μεγαλύτερων φόβων που βασανίζουν τους πολίτες των Η.Π.Α. Πόσο πραγματικός όμως είναι ο κίνδυνος;

Ο φόβος της Κυβερνοτρομοκρατίας

Ένας κυβερνοτρομοκράτης θα μπορούσε να μπλοκάρει τα ηλεκτρονικά συστήματα τραπεζών, τις διεθνείς οικονομικές συναλλαγές και τα χρηματιστήρια προκαλώντας χάος και αποσταθεροποιώντας την παγκόσμια οικονομία. Θα μπορούσε, μέσω μιας σύνδεσης στο ίντερνετ και ενός λαπ-τοπ, να επιτεθεί στα ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου των αερομεταφορών ή των σιδηροδρόμων προκαλώντας συγκρούσεις και πολύνεκρα δυστυχήματα. Θα μπορούσε να αλλάξει ηλεκτρονικά τις συνταγές φαρμάκων ή χημικών σκευασμάτων μέσα στους κεντρικούς υπολογιστές φαρμακοβιομηχανιών παράγοντας έτσι επικίνδυνα προϊόντα και προκαλώντας αμέτρητους θανάτους. Ή ακόμα θα μπορούσε να αλλάξει με τηλεχειρισμό την πίεση των αγωγών γκαζιού μιας πόλης στοχεύοντας σε σειρά πολύνεκρων εκρήξεων ή να ελευθερώσει τοξικά μεγάλες ποσότητες χλωρίου μέσα στους αγωγούς ύδρευσης. Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε σενάρια καταστροφής με πρωταγωνιστές αδίστακτους και ικανότατους κυβερνοτρομοκράτες. Το θέμα όμως είναι πόσο ρεαλιστικά είναι αυτά τα σενάρια. Πόσο πραγματικός είναι ο κίνδυνος της κυβερνοτρομοκρατίας;

Πολύ πριν την 11η Σεπτεμβρίου, κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του ο υποψήφιος τότε Τζορτζ Μπους προειδοποιούσε για τον κίνδυνο κυβερνοτρομοκρατικών επιθέσεων: «Οι Αμερικανικές δυνάμεις είναι ασθενείς και οικονομικά παραμελημένες, την στιγμή που καλούνται να αντιμετωπίσουν μια στρατιά καινούριων απειλών και προκλήσεων: την διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, την ανατολή της κυβερνοτρομοκρατίας, τον πολλαπλασιασμό πυρηνικών εξοπλισμών». Μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου ο φόβος για αυτή την καινούρια μορφή τρομοκρατίας εξαπλώθηκε δραματικά. Τα ΜΜΕ αγκάλιασαν την ιδέα με πηχυαίους τίτλους: «Φόβοι για κυβερνο-επιθέσεις από την Αλ Κάιντα», «Οι τρομοκράτες έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν το ίντερνετ ως εργαλείο αιματοχυσίας», «Κυβερνο-Τρόμος» και άλλα εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απαίτησε 4.5 δισεκατομμύρια δολάρια για αναβάθμιση των ηλεκτρονικών υποδομών ασφαλείας, το FBI έφτασε να έχει πάνω από χίλιους ειδικούς «κυβερνο-επιθεωρητές» και ο πρόεδρος Μπους δημιούργησε στον Λευκό Οίκο το αξίωμα του «τσάρου της κυβερνο-ασφάλειας». Την θέση επάξια πήρε ο Ρίτσαρντ Κλαρκ, πρώην σύμβουλος σε θέματα τρομοκρατίας του Κλίντον και ο άνθρωπος που πρόσφερε περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο στην ευαισθητοποίηση του κοινού πάνω στην απειλή της κυβερνοτρομοκρατίας με προειδοποιήσεις όπως: «Εάν δεχθούμε σήμερα μια επίθεση ηλεκτρονικού πολέμου, το αποτέλεσμα θα είναι πολύ, πολύ χειρότερο από το Περλ Χάρμπορ».

Δύο μόλις μήνες μετά την επίθεση της 11/9 ο Γιόναν Αλεξάντερ, ερευνητής του Πενταγώνου, ανακοίνωσε την ύπαρξη του ‘Irak Net’, ενός δικτύου εκατοντάδων ιστοσελίδων παγκοσμίως έτοιμων να χτυπήσουν ηλεκτρονικά αμερικανικούς στόχους. «Ο Σαντάμ Χουσέιν δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει αυτό το κυβερνο-εργαλείο που διαθέτει…Το ερώτημα δεν είναι εάν θα το κάνει, αλλά πότε. Ολόκληρες οι Η.Π.Α είναι στην πρώτη γραμμή του πυρός» ανέφερε χαρακτηριστικά υποστηρίζοντας την επιθετική πολιτική κατά του Ιράκ. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί κανένα στοιχείο που να επιβεβαιώνει την ύπαρξη του εν λόγο δικτύου.

Η γοητεία της κυβερνοτρομοκρατίας

Από την άλλη μεριά μια ολόκληρη βιομηχανία κυβερνο-ασφάλειας έχει στηθεί από εταιρίες που πασχίζουν να πουλήσουν προγράμματα και συστήματα ασφαλείας και να τραβήξουν κυβερνητικά κονδύλια για την έρευνα κατά της κυβερνοτρομοκρατίας. Δημοσιεύσεις, προτάσεις και μελέτες διαδέχονται η μία την άλλη, και πολλοί πρωτοπόροι και ειδικοί για την κυβερνοτρομοκρατία έχουν παρουσιάσει τις απόψεις τους στο Κογκρέσο, ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες προσλαμβάνουν συμβούλους ασφαλείας και προγραμματιστές για να προστατεύσουν δημόσιους και ιδιωτικούς στόχους.

Η έννοια της κυβερνοτρομοκρατίας προκαλεί άγχος και σύγχυση στο κοινό, που συνήθως φαντάζεται την απειλή σαν υπόθεση χολιγουντιανής ταινίας: καταστροφικά σενάρια με τρομοκράτες που παίρνουν τον έλεγχο πυρηνικών κεφαλών, αεροπλάνων ή στρατιωτικών εγκαταστάσεων με το πάτημα ενός κουμπιού. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης φαίνεται να γοητεύονται ιδιαίτερα από τους ελκυστικούς και δραματικούς τίτλους που προσφέρει το θέμα της κυβερνοτρομοκρατίας, ενώ προσθέτουν στην σύγχυση με παρατηρήσεις του τύπου: «εάν ένας δεκαεξάχρονος χάκερ μπόρεσε να κάνει κάτι τέτοιο, τότε τι μπορεί να κάνει ένας αποφασισμένος και ειδικευμένος ηλεκτρονικός τρομοκράτης;». Η ασάφεια και η δραματικότητα του όρου έχει προκαλέσει αμέτρητες φήμες και αστικούς μύθους, ενώ συχνά πολιτικά πρόσωπα χρησιμοποιούν τον φόβο αυτό για να στηρίξουν πολιτικές σκοπιμότητες όπως  αυστηρότερες ποινικές διώξεις για χάκερς και χακτιβιστές, στενότερη παρακολούθηση των πολιτών, λογοκρισία, ακόμα και αυστηρότερα μέτρα ελέγχου των μεταναστών.

Τι πραγματικά είναι η Κυβερνοτρομοκρατία

Όπως φαίνεται μια πλειάδα ψυχολογικών, πολιτικών και οικονομικών παραγόντων έχουν προωθήσει τον φόβο της Κυβερνοτρομοκρατίας. Ωστόσο, υπάρχει ένα πρόβλημα στο όλο θέμα. Μέχρι σήμερα, δεν έχει λάβει χώρα ούτε μια επίθεση κυβερνοτρομοκρατίας, ούτε ένας άνθρωπος δεν έχει σκοτωθεί από τρομοκράτες μέσω κομπιούτερ. Υπάρχει μια γενικότερη σύγχυση ανάμεσα σε περιπτώσεις χάκινγκ, κινήματα χακτιβισμού, κοινά ηλεκτρονικά εγκλήματα και πραγματικά γεγονότα κυβερνοτρομοκρατίας. Επιστήμονες και ειδικοί ηλεκτρονικών συστημάτων έχουν κάνει μια προσπάθεια να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και να δώσουν στο όλο θέμα τις πραγματικές του διαστάσεις με ρεαλισμό και νηφαλιότητα.

Η καθηγήτρια ηλεκτρονικών επιστημών και ερευνήτρια της κυβερνοτρομοκρατίας Ντόροθι Ντένινγκ έχει καταλήξει στον σαφέστερο δυνατό ορισμό: «Κυβερνοτρομοκρατία είναι η σύγκλιση του κυβερνοχώρου με την τρομοκρατία. Αφορά παράνομες επιθέσεις εναντίον υπολογιστών, δικτύων και πληροφοριών με σκοπό τον εκφοβισμό μιας κυβέρνηση ή των πολιτών ώστε να επιτευχθούν πολιτικοί ή κοινωνικοί στόχοι. Επιπλέον, για να μπορεί να χαρακτηριστεί κυβερνοτρομοκρατική μια τέτοια επίθεση πρέπει να οδηγεί σε βία κατά ατόμων ή περιουσιών και να προκαλεί τέτοια ζημιά ώστε να προκαλεί φόβο (δηλ. επιθέσεις που να οδηγούν σε θάνατο ή σωματικές βλάβες, εκρήξεις, ή σημαντικές οικονομικές απώλειες). Σοβαρές επιθέσεις κατά ηλεκτρονικών υποδομών θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κυβερνοτρομοκρατικές ανάλογα με τα κίνητρα και την επίδρασή τους.»

Οι επιθέσεις χάκερ και οι κινήσεις των χακτιβιστών δεν αποτελούν κυβερνοτρομοκρατία. Μπορεί να έχουν ή όχι πολιτικές σκοπιμότητες αλλά δεν στοχεύουν στην πρόκληση σημαντικών βλαβών για μια κοινωνία. Οι αλλοιώσεις και οι αποκλεισμοί ιστοσελίδων που χρησιμοποιούν οι χακτιβιστές για να περάσουν τα πολιτικά τους μηνύματα είναι σχετικά αβλαβείς, όπως ένα ηλεκτρονικό γκράφιτι ή μια καθιστική διαμαρτυρία. Μπορεί να προκαλέσουν αμηχανία ή αναστάτωση, δεν στοχεύουν όμως να πλήξουν πολίτες ή να σπείρουν τον φόβο. Οι επιθετικοί κώδικες των χάκερς από την άλλη μεριά, όπως το Code Red worm και ο ιός I LOVE YOU μπορεί να προκάλεσαν ζημιές δισεκατομμυρίων δολαρίων δεν είχαν όμως κανένα πολιτικό στόχο ή την διάθεση να απειλήσουν ανθρώπινες ζωές.

Είναι υπερβολικός ο κυβερνοτρόμος;

Το 1998 σύμφωνα με άρθρο της Ουάσινγκτον Ποστ, ένας δωδεκάχρονος χάκερ εισχώρησε στο ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου του φράγματος Ρούσβελτ στην Αριζόνα. Ενώ βρισκόταν στο σύστημα θα μπορούσε να είχε ανοίξει το φράγμα και να θέσει σε κίνδυνο τις ζωές σχεδόν ενός εκατομμυρίου ανθρώπων. Όμως υπήρχε ένα πρόβλημα με την ιστορία. Δεν ήταν αληθινή. Στην πραγματικότητα ο χάκερ ήταν ένας 27χρονος, το περιστατικό συνέβη το 1994, και ποτέ δεν υπήρξε κίνδυνος να ανοίξει το φράγμα.

Ομοίως, το 1997 κυκλοφόρησε η φήμη ότι ένας χάκερ μπήκε μέσα στο δίκτυο εταιρίας τροφίμων και «πείραξε» την συνταγή ενός είδους δημητριακών για παιδιά. Αυξάνοντας τα επίπεδα σιδήρου στο προϊόν απείλησε τις ζωές πολλών παιδιών που είχαν χαμηλή ανεκτικότητα στο σίδηρο. Φανταστείτε τι θα μπορούσε να κάνει ένας τρομοκράτης σε ανάλογη περίπτωση. Ωστόσο, το περιστατικό δεν συνέβη ποτέ. Πρόκειται για αστικό μύθο που προέκυψε από άρθρο του Μπάρυ Κόλλιν που πραγματευόταν πιθανά κυβερνοτρομοκρατικά χτυπήματα.

Το 2001 ο Βίκτωρ Μπόντεν χρησιμοποιώντας το ίντερνετ, ένα ασύρματο ράδιο και κλεμμένο λογισμικό κατάφερε να ελευθερώσει σε ποταμό της Κουίνσλαντ στην Αυστραλία ένα εκατομμύριο λίτρα λυμάτων προκαλώντας σημαντική οικολογική καταστροφή. Όμως ο Μπόντεν δεν ήταν τρομοκράτης. Ήταν ένας εκδικητικός εργαζόμενος που επειδή δεν προσελήφθη στην δημοτική υπηρεσία της Κουίνσλαντ εκδικήθηκε με αυτό τον τρόπο. Το ερώτημα που προέκυψε ήταν αν θα μπορούσε ένας τρομοκράτης να κάνει κάτι παρόμοιο. Στην ορισμένη περίπτωση κάτι τέτοιο δεν θα ήταν δυνατό, γιατί απλούστατα ο Μπόντεν ήταν μέλος της ομάδας που έφτιαξε το αποχετευτικό σύστημα της περιοχής και ήξερε εκ των προτέρων τους κωδικούς, το λογισμικό και την μέθοδο να πραγματοποιήσει το χτύπημα. Τελικά καταδικάστηκε σε διετή φυλάκιση.

Το 2002 έλαβε χώρα μια εξομοίωση κυβερνοεπίθεσης από το Αμερικανικό Κολέγιο του Πολεμικού Ναυτικού. Το κολέγιο προσέλαβε μια ομάδα ερευνητών για να επιχειρήσουν μια καταλυτική ηλεκτρονική επίθεση στις πληροφορικές υποδομές της χώρας. Κυβερνητικοί χάκερς και αναλυτές ασφαλείας συγκεντρώθηκαν και εξαπέλυσαν μια μαζική επίθεση σε αυτό το παιχνίδι ηλεκτρονικού πολέμου που ονομάστηκε «Ψηφιακό Περλ Χάρμπορ». Τελικά το αποτέλεσμα της επίθεσης δεν ήταν όσο καταστροφικό αναμενόταν. Οι χάκερς απέτυχαν να ‘κρασάρουν’ το ίντερνετ αλλά κατάφεραν να προκαλέσουν σποραδικές ζημιές. Το συμπέρασμα ήταν ότι τρομοκράτες που ελπίζουν να πετύχουν ένα τέτοιο χτύπημα θα χρειάζονταν ένα ολόκληρο συνδικάτο επαγγελματιών, εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, περίπου 200 εκατομμύρια δολάρια και τέσσερα με πέντε χρόνια προετοιμασίας.

Ο Τζόσουα Γκριν, διευθυντής σύνταξης της Washington Monthly, αναφέρει σε άρθρο του ότι οι αμερικανοί στρατιώτες που εισέβαλαν στο αρχηγείο της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν και βρήκαν τα λαπ-τοπ των τρομοκρατών έμειναν έκπληκτοι όταν διαπίστωσαν ότι τα μέλη της οργάνωσης ήταν πολύ πιο ενημερωμένα τεχνολογικά από ότι προηγούμενα πιστευόταν. Ωστόσο, τα ευρήματα απέδειξαν ότι οι τρομοκράτες χρησιμοποιούσαν το ίντερνετ μόνο για να επικοινωνούν και να συντονίζουν φυσικές επιθέσεις, και όχι για οποιασδήποτε μορφής κυβερνοτρομοκρατικό χτύπημα.

Σε ειδική αναφορά για το Ινστιτούτο Ειρήνης των Η.Π.Α. ο καθηγητής επικοινωνιών Γκάμπριελ Βέιμαν υπογραμμίζει ότι η απειλή της κυβερνοτρομοκρατίας έχει μεγαλοποιηθεί δραματικά. Δεν έχει μέχρι σήμερα καταγραφεί καμία κυβερνοτρομοκρατική επίθεση. Το θέμα έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις γιατί όπως λέει η Ντένινγκ «η κυβερνοτρομοκρατία και οι κυβερνοεπιθέσεις είναι σέξι…πρωτότυπες, δραματικές και εξιτάρουν την φαντασία του κοινού». Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης υπερβάλουν και συχνά μπερδεύουν το χάκινγκ με την κυβερνοτρομοκρατία. Η άγνοια και η κακή πληροφόρηση ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τους αδικαιολόγητους φόβους και τα όργια φημολογίας. Από την άλλη μεριά, η οικονομική και πολιτική εκμετάλλευση αυτής της άγνοιας του κοινού, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε πολιτικές ατζέντες, έχει τροφοδοτήσει και συνεχίζει να τροφοδοτεί τον φόβο και την ανασφάλεια των πολιτών. Ακόμα και η χρήση της λέξης ‘κυβερνοτρομοκρατία’ έχει προκαλέσει μεγάλη σύγχυση και έχει γεννήσει αμέτρητους μύθους και σενάρια.

Η Κυβερνοτρομοκρατία σήμερα και αύριο                      

Παρόλα αυτά, η ηλεκτρονική πραγματικότητα αλλάζει μέρα με την μέρα. Μπορεί μέχρι σήμερα να μην έχουμε κανένα συμβάν σοβαρής κυβερνοτρομοκρατικής επίθεσης, όμως ηλεκτρονικές επιθέσεις συμβαίνουν και μπορούν να έχουν σοβαρή επίδραση στο εσωτερικό κρατών χωρίς ίσως να αποτελούν πραγματικές τρομοκρατικές επιθέσεις. Για παράδειγμα, στις 27 Απριλίου του 2007, μια καταιγίδα «denial-of-service» επιθέσεων, (αποκλεισμός δικτυακών διαύλων), έπληξε σημαντικούς στόχους στην Εσθονία και συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα Ιουνίου. Οι ιστοσελίδες του προέδρου, του κοινοβουλίου, των βασικών υπουργείων, των μεγαλύτερων κομμάτων, των κεντρικών ειδησεογραφικών πρακτορείων και των δύο μεγαλύτερων Εσθονικών τραπεζών ήταν ανίκανες να επικοινωνήσουν και να εξυπηρετήσουν το κοινό. Η επιθέσεις έβλαψαν την Εσθονία σε οικονομική και ψυχολογική κλίμακα, αλλά δεν θεωρήθηκαν καταστροφικές. Ωστόσο, ο υπουργός άμυνας παραδέχτηκε ότι ήταν θέμα εθνικής ασφάλειας και ότι θα μπορούσε να συγκριθεί με τον αποκλεισμό όλων των λιμένων μιας χώρας. Οι επιθέσεις πιστεύεται ότι ήταν έργο ανεξάρτητων και μη συντονισμένων ομάδων χακτιβιστών που διαμαρτύρονταν για την καταστροφή ενός αμφισβητήσιμου μνημείου σοβιετικής κατασκευής.

Αναμενόμενα, δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε για το μέλλον. Είναι γεγονός ότι οι σύγχρονες κοινωνίες και οικονομίες στηρίζονται όλο και περισσότερο στην ηλεκτρονική πληροφορία και το ίντερνετ. Η επόμενη γενιά τρομοκρατών μεγαλώνει σε έναν ψηφιακό κόσμο, όπου τα εργαλεία χάκινγκ γίνονται μέρα με την μέρα απλούστερα στην χρήση τους, ισχυρότερα και πιο ευπρόσιτα και διαδεδομένα. Η κυβερνοτρομοκρατία μπορεί να γίνει πολύ πιο ελκυστική για τους επερχόμενους τρομοκράτες όσο ο πραγματικός και ο εικονικός κόσμος συνδέονται στενότερα. Για παράδειγμα, μια βομβιστική επίθεση σε τρένο μπορεί να συνδυαστεί με μια κυβερνο-επίθεση στην υποδομή των επικοινωνιών μιας χώρας, μεγεθύνοντας την επίδραση της επίθεσης. Παραδόξως, η επιτυχία στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» μπορεί να σημάνει την έναρξη της ηλεκτρονικής εποχής της τρομοκρατίας, οδηγώντας τους τρομοκράτες σε ανορθόδοξα και εναλλακτικά μονοπάτια όπως αυτά της κυβερνοτρομοκρατίας. Προς το παρόν φαίνεται ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι φαίνεται να αρκούν στην δράση της παγκόσμιας τρομοκρατίας. Όμως, όπως τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου εξέπληξαν ολόκληρο τον πλανήτη, έτσι μπορεί να εκπλήξει την παγκόσμια κοινότητα μια ξαφνική και σοβαρή κυβερνο-επίθεση. Μπορεί ως τώρα η απειλή της κυβερνοτρομοκρατίας να έχει μεγαλοποιηθεί και παραποιηθεί, δεν μπορούμε όμως να την αγνοήσουμε ή να αρνηθούμε τις καταστροφικές της δυνατότητές για το μέλλον.

Βίκη Καρυστινού